Μέσα σε περιόδους έντονης πολιτικής κρίσης σαν τη σημερινή, οι αντιστάσεις στις επιθέσεις της άρχουσας τάξης γεννούν κύματα ριζοσπαστικοποίησης. Τα εκατομμύρια των ανθρώπων σε όλο τον πλανήτη που αντιστέκονται στη λιτότητα, στο ρατσισμό και την ξενοφοβία, στον πόλεμο και την καταπίεση, παλεύοντας αλλάζουν και τις ιδέες τους. Μέσα από τους αγώνες αμφισβητούν τη δύναμη των καπιταλιστών και του κράτους τους, αντιλαμβάνονται τη δύναμη της εργατικής τάξης όταν δρα συλλογικά. Έρχονται έτσι πιο κοντά στις ριζοσπαστικές ιδέες και τα ρεύματά τους. Ο αναρχισμός είναι ένα από αυτά τα ρεύματα, και μάλιστα ένα από τα πρώτα που έλκουν ολόκληρα κομμάτια μέσα από τη λογική της άμεσης δράσης και της σύγκρουσης.
\r\n
Ο Τζον Μόλινιου στο βιβλίο του «Αναρχισμός, μια Μαρξιστική κριτική», που εκδόθηκε το 2011, προσπαθεί να απαντήσει στο αν οι ιδέες του αναρχισμού μπορούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά τον κόσμο που παλεύει στο να φτιάξει μια κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση.
\r\n
\r\n
Ξεκινά ξεκαθαρίζοντας πως ο επαναστατικός μαρξισμός και ο αναρχισμός μοιράζονται τον κοινό στόχο για την ύπαρξη μιας αταξικής κοινωνίας όπου οι άνθρωποι θα ζουν αρμονικά χωρίς εκματάλλευση, ρατσισμό, φτώχεια και πόλεμο.
\r\n
Επιχειρηματολογεί όμως, μέσα από συγκεκριμένα βήματα και ιστορικά παραδείγματα, πως οι αναρχικές ιδέες δε διαλέγουν απλώς έναν άλλο δρόμο προς τον κομμουνισμό αλλά οδηγούν σε καταστάσεις μακριά από αυτόν. Υπάρχουν αρκετές τάσεις μέσα στον αναρχικό χώρο, κάνοντας την κριτική δύσκολη. Υπάρχουν όμως τέσσερα κοινά σημεία σε κάθε έκφρασή του, η άποψη για το κράτος, την ηγεσία, το κόμμα και τη σχέση ατόμου- τάξης.
\r\n
\r\n
Βραχύβια επιχειρήματα
\r\n\r\n
Σε σχέση με το κράτος, υπάρχουν ρεύματα που βρίσκονται πιο κοντά στη μαρξιστική άποψη που υποστηρίζει την ανάγκη συντριβής του αστικού κράτους και των θεσμών του, αλλά υπάρχουν και ρεύματα που βρίσκονται δεξιότερα πιστεύοντας ότι μπορούν να αγνοήσουν την ύπαρξή του, δημιουργώντας «μικρές αυτοδιοικούμενες κοινότητες», εγχειρήματα που αφορούν πολύ μικρές μειοψηφίες και όχι το σύνολο της κοινωνίας και που τις περισσότερες φορές είναι βραχύβια. Κι αυτό γιατί “μπορεί εσύ να αγνοείς το κράτος, αυτό όμως δε σε αγνοεί”, όπως αναφέρει ο Μόλινιου χαρακτηριστικά.
\r\n
\r\n
Ακόμα όμως και όσοι συμφωνούν στη συντριβή του, αποτυγχάνουν στο να απαντήσουν πώς θα συμβεί αυτό και τι θα αντικαταστήσει το αστικό κράτος. Αντίθετα ο Μαρξισμός έχει πολύ συγκεκριμένη θέση: “το κράτος θα καταστραφεί με επανάσταση, δηλαδή από ένα μαζικό λαϊκό ξεσηκωμό στον οποίο η εργατική τάξη μέσω της δικής της άμεσης δράσης θα τσακίσει και θα οδηγήσει σε κατάρρευση τους βασικούς θεσμούς του υπάρχοντος κράτους -τις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία, τα δικαστήρια, τις φυλακές κλπ”. Επίσης στο ερώτημα αν μετά τη συντριβή του χρειάζεται να υπάρξει εργατικό κράτος, κάτι στο οποίο ο αναρχισμός διαφωνεί, υπάρχει μια απλή απάντηση. Μέσα στην ίδια την επανάσταση η αστική τάξη δεν έχει τσακιστεί, ούτε προφανώς αφήνει οικειοθελώς την εξουσία της στους εργάτες. Σε όλα τα ιστορικά παραδείγματα, υπήρξε οργανωμένη αντεπίθεση, κάνοντας την οργάνωση της εργατικής τάξης με ένα τρόπο που να μπορεί να αποκρούει τις επιθέσεις των αστών, απαραίτητη.
\r\n
\r\n
Στο ζήτημα της ηγεσίας οι αναρχικοί απαντούν πως συνδέεται με τον εκφοβισμό και τα προνόμια και την αποκηρύσσουν. Το πρόβλημα σε αυτό είναι πως η ηγεσία είναι ένα γεγονός που δε μπορεί να παραβλεφθεί. Πάντα υπάρχουν ή αναδεικνύονται ηγεσίες, είτε με δημοκρατικό τρόπο είτε με την επιβολή τους από τα πάνω. Άλλωστε και τα αναρχικά κινήματα είχαν ηγέτες (Μπακούνιν, Κροπότκιν, Μάχνο, Βολίν κ.ο.κ). Το ζήτημα βρίσκεται στο πως χτίζεται μια επαναστατική ηγεσία που βρίσκεται κάτω από τον έλεγχο των υποστηρικτών της, είναι ανθεκτική στη διαφθορά από το σύστημα και ικανή στο να διακρίνει σωστά τα επόμενα βήματα για τη συνέχιση του αγώνα.
\r\n
\r\n
Αυτό μας φέρνει κατευθείαν στο ερώτημα αν είναι αναγκαίο ένα επαναστατικό κόμμα ή όχι. Σε αυτό, η αντίθεση των αναρχικών είναι πιο έντονη ακόμα και από την ύπαρξη εργατικού κράτους. Είναι λογική η καχυποψία αν σκεφτεί κανείς το ρόλο των ρεφορμιστικών κομμάτων στην ιστορία των κινημάτων. Αυτό όμως δεν αναιρεί την ανάγκη χτισίματος ενός επαναστατικού κόμματος στα πρότυπα των μπολσεβίκων. Για τον απλό λόγο πως οι εργάτες έχουν να παλέψουν απέναντι σε ένα πολύ καλά οργανωμένο αστικό κράτος, άρα χρειάζεται να είναι από τη μεριά τους το ίδιο οργανωμένοι. Επίσης, οι εργάτες δεν απεμπλέκονται ενιαία από τις ιδέες της άρχουσας ιδεολογίας. Γι’ αυτό η οργάνωση των πιο πρωτοπόρων κομματιών σε ένα κόμμα που δρα δημοκρατικά και συγκεντρωτικά παρεμβαίνοντας στις μάχες και προσπαθώντας να κερδίσει την πλειοψηφία των εργατών στην επαναστατική προοπτική, είναι απαραίτητη. Το κέντρο σε μια τέτοια δουλειά είναι η σχέση του κόμματος με την τάξη.
\r\n
\r\n
Στο ζήτημα της σχέσης μεταξύ ατόμου και τάξης-κοινωνίας ο Μόλινιου απαντά μέσα από αποσπάσματα του Κομμουνιστικού Μανιφέστου και του Αντι-Ντύρινγκ (Ένγκελς) στην κριτική που δέχτηκε ο Μαρξισμός τόσο από τους αστούς όσο και από τα ρεύματα του ατομικίστικου αναρχισμού πως τάχα οι Μαρξιστές δεν ενδιαφέρονται για την ατομική ανάπτυξη και ελευθερία.
\r\n
“Ούτε μια αφίσα”
\r\n
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου επιλέγει να ασκήσει κριτική σε δυο μεγάλες «στιγμές» όπου ο ρόλος του αναρχισμού δε βοήθησε την επανάσταση. Αναφέρεται στη ρώσικη επανάσταση και την ανυπαρξία των αναρχικών κατά την ανάπτυξή της, λέγοντας χαρακτηριστικά: “ο Βολίν, ο σημαντικότερος αναρχικός διανοούμενος της περιόδου, επιστρέφοντας στη Ρωσία τον Ιούλη του 1917 δεν βρηκε ούτε μια αναρχική εφημερίδα, αφίσα ή ομιλητή σε κάποια συγκέντρωση στην Πετρούπολη, την καρδιά της επανάστασης”.
\r\n
\r\n
Πολλοί αναρχικοί έγιναν χλιαροί υποστηρικτές των σοβιέτ ενώ άλλοι πέρασαν στο πλευρό των μπολσεβίκων. Αργότερα στον εμφύλιο, οι αναρχικοί ενεπλάκησαν στη Ρωσία, με αρνητικό όμως τρόπο, αντιτιθέμενοι στους μπολσεβίκους σε μια περίοδο που η ύπαρξη της επανάστασης παιζόταν κορώνα- γράμματα από την αντεπίθεση των «λευκών».
\r\n
\r\n
Στη συνέχεια, παρουσιάζει τη στάση των αναρχικών ηγετών στην Ισπανία το 1936. Οι αναρχικοί της CNT έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση κατά του πραξικοπήματος του Φράνκο, οι ηγέτες τους επέλεξαν ωστόσο τη συμμετοχή στην κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου και όχι τη μετατροπή του αντιφασιστικού αγώνα σε επανάσταση, υποστηρίζοντας: “Είτε συνεργαζόμαστε, είτε επιβάλλουμε την εργατική δικτατορία μας... Τίποτα δεν είναι πιο μακριά από τον αναρχισμό από το να επιβάλλει τη θέλησή του με τη βία... Δεν καταλάβαμε την εξουσία όχι γιατί δεν μπορούσαμε, αλλά γιατί δεν θέλαμε, γιατί ήμασταν ενάντια σε κάθε είδος δικτατορίας”. Ήταν μια επιλογή που αποδείχθηκε λαθεμένη.
\r\n
\r\n
Η αντιπαράθεση αυτών των διαφωνιών και η συντροφική κριτική που χρειάζεται να υπάρχει μέσα στους αγώνες που δίνουμε σήμερα ενάντια στους φασίστες, το ρατσισμό, τη λιτότητα και τόσα άλλα, είναι απαραίτητη για να δώσουμε τη μάχη ενάντια στο σύστημα αποτελεσματικά. Με την εργατική τάξη και τις επαναστατικές ιδέες του Μαρξισμού στο κέντρο.
\r\n